ψωραλέα

ψωραλέα
(psoralea). Γένος αγγειόσπερμων δικοτυλήδονων φυτών της οικογένειας των ψυχανθών, της τάξης των χεδροπών. Περιλαμβάνει γύρω στα 120 είδη των εύκρατων και τροπικών περιοχών του βορείου κυρίως ημισφαιρίου. Πρόκειται για πόες, θάμνους ή φρύγανα ετήσια, διετή ή πολυετή, με φύλλα τρίφυλλα η πτεροσχιδή και λουλούδια γαλάζια ή τριανταφυλλιά, που σχηματίζουν βότρεις. Στην Ελλάδα φυτρώνει το είδος ψ. η ασφάλτια, πολυετής πόα που χρησιμοποιείται στη φαρμακευτική. Βγαίνει σε ξηρούς και άγονους τόπους και με την τριβή αναδίδει βαριά μυρωδιά ασφάλτου. Το φυτό αυτό ταυτίζεται πιθανώς με το ασφάλτιον του Διοσκορίδη και είναι γνωστό σε μας με τις κοινές ονομασίες βρωμόχορτο, αμμουδέτης, πικροτσούκι και σύσγουρδο. Άλλα είδη, ιθαγενή των τροπικών χωρών, είναι η ψ. η χαίνουσα, πολυετής πόα της Αυστραλίας και εξαίρετο κτηνοτροφικό προϊόν και η ψ. η αδενώδης που φυτρώνει κυρίως στη Χιλή και στην Παραγουάη, και της οποίας τα φύλλα χρησιμοποιούνται όπως του τσαγιού.
* * *
η, Ν
βοτ. γένος δικότυλων φυτών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. νεολατ. psoralea].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ψωραλέα — ψωραλέος itchy neut nom/voc/acc pl ψωραλέᾱ , ψωραλέος itchy fem nom/voc/acc dual ψωραλέᾱ , ψωραλέος itchy fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ψωραλέας — ψωραλέᾱς , ψωραλέος itchy fem acc pl ψωραλέᾱς , ψωραλέος itchy fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ψωραλέος — α, ο / ψωραλέος, α, ον, ΝΜΑ αυτός που πάσχει από ψώρα, ψωριάρης (α. «ένας ψωραλέος σκύλος» β. «ζῷα μικρὰ καὶ ψωραλέα», Ξεν.) νεοελλ. 1. μτφ. πάμπτωχος, άθλιος, δυστυχής 2. το θηλ. ως ουσ. βλ. ψωραλέα αρχ. (για ασθένεια) αυτός που εμφανίζεται με… …   Dictionary of Greek

  • ψωραλέος — α, ο 1. αυτός που πάσχει από ψώρα, ο ψωριάρης. 2. δυστυχής, πολύ φτωχός, αξιολύπητος. 3. το θηλ. ως ουσ., ψωραλέα είδος φυτού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”